Ρινίτιδα σημαίνει φλεγμονή του βλεννογόνου (της επένδυσης) της ρινικής κοιλότητας, που συνήθως προκαλεί ρινική συμφόρηση/απόφραξη, καταρροή, φτέρνισμα και φαγούρα στη μύτη και τα μάτια.
Ρινίτιδα σημαίνει φλεγμονή του βλεννογόνου (της επένδυσης) της ρινικής κοιλότητας, που συνήθως προκαλεί ρινική συμφόρηση/απόφραξη, καταρροή, φτέρνισμα και φαγούρα στη μύτη και τα μάτια.